Αθήνα, 31-1-2013

 Αριθμ. Πρωτ.: 137

ΠΡΟΣ :

  1. κ. Κωνσταντίνο Αρβανιτόπουλο, Υπουργό ΠΑΙ.Θ.Π.Α.
  2. κ. Θεόδωρο Παπαθεοδώρου, Υφυπουργό ΠΑΙ.Θ.Π.Α.

ΚΟΙΝ :

  1. κ. Αθανάσιο Κυριαζή, Γενικό Γραμματέα Υ.ΠΑΙ.Θ.Π.Α.
  2. τις Επιτροπές Παιδείας των Πολιτικών Κομμάτων του Ελληνικού Κοινοβουλίου
  3. τους Βουλευτές του Ελληνικού Κοινοβουλίου
  4. τις Περιφερειακές Δ/νσεις Α΄βάθμιας & Β΄βάθμιας Εκπ/σης
  5. τις Δ/νσεις Β΄βάθμιας Εκπ/σης
  6. τα Σχολεία (ΕΠΑ.Λ. – ΕΠΑ.Σ. – Σ.Ε.Κ. – Τ.Ε.Ε. Β’ βαθμίδας – Ε.Ε.Ε.Ε.Κ.
  7. τα Σχολεία Α/θμιας & Β/θμιας Εκπ/σης, Γενικά Λύκεια, Γυμνάσια, Δημοτικά
  8. τις Ε.Λ.Τ.Ε.Ε., τα Μ.Μ.Ε.

 

ΘΕΜΑ: Οι θέσεις της Ο.Λ.Τ.Ε.Ε. για το Σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος «Αξιολόγηση των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης»

Κύριε Υπουργέ,

Κατ’ αρχήν σας ευχαριστούμε που …δεν προσκαλέσατε την Ομοσπονδία μας σε διάλογο για ένα τόσο σοβαρό θέμα, παρά το γεγονός ότι είμαστε η μόνη Ομοσπονδία που δεν απέρριψε επί της αρχής την Αξιολόγηση.

Οι θέσεις μας δημοσιοποιήθηκαν με τα με αρ. 009/2-10-2012 και 020/19-11-2012 Δελτία Τύπου μας, όπου ρητά διατυπώσαμε την ΑΠΟΔΟΧΗ μιας ΣΥΝΟΛΙΚΗΣ αξιολόγησης του Εκπαιδευτικού Έργου (και όχι μεμονωμένα και αποσπασματικά των Εκπαιδευτικών Λειτουργών), απορρίψαμε τις διαδικασίες «express», ενώ επισημάναμε την απουσία ουσιαστικού διαλόγου.

Παραλείψατε λοιπόν να προσκαλέσετε σε διάλογο εκείνους τους εκλεγμένους εκπροσώπους εκπαιδευτικών που δήλωσαν εξ’ αρχής τη διάθεσή τους για ουσιαστική διαπραγμάτευση, και αποστείλατε πρόσκληση μόνο σε εκείνους που είχαν διατυπώσει την γενική άρνησή τους σε όλα. Ο πλέον καλόπιστος παρατηρητής δεν μπορεί παρά να συμπεράνει ότι δεν επιθυμείτε τον πραγματικό διάλογο, αλλά την κατά μέτωπο αντιπαράθεση, για να προκαλέσετε την δίκαιη αγανάκτηση της κοινωνίας, οτι δήθεν οι Εκπαιδευτικοί δεν επιθυμούν την αξιολόγησή τους και να δικαιολογήσετε με αυτό τον τρόπο την βίαιη επιβολή του Νόμου στους «συστηματικά …αντιρρησίες, παράνομους, αυθαίρετους και απείθαρχους» εκπαιδευτικούς. Το κλίμα αυτό έχει ήδη καλλιεργηθεί μεθοδικά, επί μήνες τώρα, με κατευθυνόμενα συκοφαντικά δημοσιεύματα του Τύπου, όπως καταδείξαμε στο με αρ. 026/8-1-2013 Δελτίο Τύπου μας «Μηνιαία δόση λασπόλουτρου …», στα οποία ως μόνιμη επωδός επαναλαμβάνεται ότι για όλα τα δεινά της εκπαίδευσης ευθύνεται η έλλειψη αξιολόγησης των εκπαιδευτικών, και η μόνιμη άρνηση των εκπροσώπων τους να την αποδεχθούν!

Έχουμε λοιπόν κάθε λόγο να πιστεύουμε ότι δεν επιθυμείτε το διάλογο, αλλά τον …πετροπόλεμο. Σε αυτόν τον «πετροπόλεμο» εμείς συμμετέχουμε, σηκώνοντας τον «λίθο», εκπροσωπώντας τους εκπαιδευτικούς μας, και τον επιστρέφουμε, «ρίχνοντας» τεκμηριωμένες απόψεις και θέσεις. Όχι γιατί περιμένουμε να τις εξετάσετε (και πολύ περισσότερο να τις επεξεργασθείτε), αλλά για να καταρρίψουμε το κακοστημένο σας «άλλοθι» περί της άρνησης των Ομοσπονδιών να προσέλθουν σε ουσιαστική διαπραγμάτευση, το οποίο περιμένουμε ότι θα επικαλεστείτε την επόμενη μέρα της λήξης της δημόσιας διαβούλευσης …

Σχετικά με το σχέδιο του Προεδρικού διατάγματος του θέματος σημειώνουμε τα ακόλουθα:

 

Α. Επί της Αρχής

Είναι αυτονόητη η επιτακτική ανάγκη θεσμοθέτησης ενός συστήματος αξιολόγησης στην Εκπαίδευση. Αποτελεί υποχρέωση της Χώρας τόσο απέναντι στην Ευρωπαϊκή της προοπτική, όσο και απέναντι στους πολίτες της, οι οποίοι αναλαμβάνουν το βάρος της λειτουργίας της. Η επί 30 και πλέον χρόνια απραξία στον τομέα αυτό, αλλά και η μέχρι τότε απαρχαιωμένη και αυταρχική νομοθεσία και πρακτική των «επιθεωρητών εκπαίδευσης» που εφαρμοζόταν, έχει διαμορφώσει χρόνια έλλειψη «κουλτούρας», αίσθησης αναγκαιότητας, δομών και στόχων της αξιολόγησης. Όπως είναι αναμενόμενο, το σύστημα πρέπει να σχεδιαστεί προσεκτικά, συνολικά και εκ βάθρων, αξιοποιώντας την τρέχουσα διεθνή εμπειρία.

Α.1 Στόχοι της Αξιολόγησης

Ένα αξιόπιστο και παραγωγικό αξιολογικό σύστημα πρέπει να έχει στόχο την προαγωγή, αναβάθμιση και βελτίωση του Εκπαιδευτικού Έργου συνολικά. Επομένως απορρίπτουμε κάθε μορφή ψευδεπίγραφης «αξιολόγησης», που:

  • αδιαφορεί για την ουσία και ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΒΕΛΤΙΩΤΙΚΗ,
  • στοχεύει στην κατάδειξη «ενόχων», στους οποίους θέλει να φορτώσει εξ’ ολοκλήρου την αποτυχία του εκπαιδευτικού συστήματος και να τους «τιμωρήσει» παραδειγματικά.

Α.2 Υποκείμενο της Αξιολόγησης

Ο εκπαιδευτικός δεν επιτελεί το λειτούργημά του ανεξάρτητα και μεμονωμένα, αλλά αποτελεί τον τελευταίο (πλήν όμως τον πλέον σημαντικό) …«τροχό της αμάξης», καθώς καλείται να εφαρμόσει στην πράξη τις εκπαιδευτικές πολιτικές της εκάστοτε Κυβέρνησης, λειτουργεί εντός των θεσμοθετημένων δομών της Διοίκησης, ακολουθώντας συγκεκριμένες οδηγίες και κατευθύνσεις. Επομένως απορρίπτουμε κάθε ενέργεια απομόνωσης και αποσπασματικής «αξιολόγησης» ενός μόνο κρίκου της Εκπαιδευτικής Διαδικασίας, και μάλιστα του πιο αδύναμου! ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΞΑΝΤΛΕΙΤΑΙ η αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Έργου ΣΤΗΝ ΑΤΟΜΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ του μεμονωμένου Εκπαιδευτικού Λειτουργού, αλλά θα πρέπει ΚΑΤΑ ΣΕΙΡΑ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ να αξιολογηθούν:

α) το ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ και η ΣΤΟΧΟΘΕΣΙΑ της Εκπαίδευσης,

β) οι Εκπαιδευτικές ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ,

γ) οι Εκπαιδευτικές ΔΟΜΕΣ και ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ,

δ) τα ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΠΟΥΔΩΝ,

ε) τα ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ,

στ) τα ΒΙΒΛΙΑ,

ζ) τα διατιθέμενα ΜΕΣΑ υλικοτεχνικών υποδομών (κτιριακών και εξοπλισμού),

η) τα ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΣ των εκπαιδευτικών,

θ) και στο τέλος, ο ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΣ ατομικά.

Τα παραπάνω υποστηρίζονται τεκμηριωμένα και στην «Πρόταση για ένα σύστημα αξιολόγησης της ποιότητας του εκπαιδευτικού έργου (δομών, εκπαιδευτικού υλικού, διαδικασιών και ανθρώπινου δυναμικού)» που συνέταξε πρόσφατα η Ομάδα Εργασίας του ίδιου του Υ.ΠΑΙ.Θ.Π.Α. (Νοέμβριος 2012). Συγκεκριμένα, αναφέρεται ότι:

  • «Ως σκοπός της αξιολόγησης ορίζεται η βελτίωση της εκπαιδευτικής πράξης και της ποιότητας των εκπαιδευτικών συστημάτων καθώς και η επαγγελματική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών στο πλαίσιο της δια βίου μάθησης» (βλ. σελ. 6),
  • Η αξιολόγηση πρέπει να έχει «διαπιστωτικό, διαμορφωτικό, παιδαγωγικό και αναπτυξιακό χαρακτήρα» και να στοχεύει «α) στη διαπίστωση της ποιότητας… β) στην επίλυση δυσλειτουργιών… γ) στη διάχυση των καλών πρακτικών… δ) στην υποστήριξη της συνεχούς επαγγελματικής ανάπτυξης των εκπαιδευτικών… ε) στη διαρκή ενημέρωση της κοινωνίας, της Πολιτείας και των εκπαιδευτικών σχετικά με το επιτελούμενο έργο» (βλ. σελ. 12),
  • «Σκοπός του συστήματος της αξιολόγησης δεν είναι η βαθμολόγηση της απόδοσης των εκπαιδευτικών και των σχολικών μονάδων, αλλά η αξιολόγηση της ποιότητας του εκπαιδευτικού έργου ως μιας συνεχούς διαδικασίας ενίσχυσης της επαγγελματικής ανάπτυξης των εκπαιδευτικών και βελτίωσης του εκπαιδευτικού έργου προς όφελος των μαθητών και της κοινωνίας» (βλ. σελ. 12), και
  • «…η αξιολόγηση της Εκπαίδευσης και η αξιολόγηση στην Εκπαίδευση, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της όλης εκπαιδευτικής διαδικασίας» και «Αποτελεί, επίσης, δικαίωμα και ευθύνη που αφορά εξίσου το ίδιο το Υπουργείο Παιδείας, τις δομές και τις υπηρεσίες του, τις σχολικές μονάδες και τα στελέχη εκπαίδευσης και, τέλος, τους εκπαιδευτικούς, ως άτομα …» (βλ. σελ. 5).

 

Β. Επί των προβλέψεων του Σχεδίου Προεδρικού Διατάγματος

Όσον αφορά στις επί μέρους προβλέψεις του σχεδίου Προεδρικού Διατάγματος που τέθηκε σε διαβούλευση:

Β.1 Στόχοι και Πεδίο εφαρμογής

Το σχέδιο Π.Δ. αναφέρεται απολύτως και μόνο στον Εκπαιδευτικό, ΑΤΟΜΙΚΑ και αποσπασματικά, χωρίς να προβλέπει τίποτε για το γενικό πλαίσιο της Εκπαιδευτικής διαδικασίας. Επομένως ο δηλούμενος στόχος είναι παραπλανητικός και δεν υπηρετείται από το υπόλοιπο περιεχόμενο του Π.Δ., όπως καταδείχθηκε παραπάνω.

Παρόλα αυτά, αναφερόμαστε στα υπόλοιπα άρθρα, για να καταδειχθεί ότι ούτε και αυτή η αποσπασματική θεώρηση είναι επαρκής, δεν έχει εσωτερική δομή, είναι πρόχειρη, αντιεπιστημονική, αναποτελεσματική και τελικώς ΑΝΕΦΑΡΜΟΣΤΗ !

Β.2 Διάκριση αξιολόγησης και κριτήρια

Ο εκπαιδευτικός, σε αντίθεση με όλους τους άλλους δημοσίους υπαλλήλους, επιτελεί ταυτόχρονα πολλαπλούς και διαφορετικούς ρόλους που έχουν σχέση με την Υπαλληλική του Ιδιότητα, το Εκπαιδευτικό του Έργο, την Διδακτική του δεξιότητα, την Κατάρτισή του στο Επιστημονικό του αντικείμενο, την Οργάνωση και Διαχείριση ανθρώπινου δυναμικού, την διαδικασία Αξιολόγησης, την ανάπτυξη ευρύτερης Κοινωνικής Δράσης. Η ανάπτυξη άριστων επιδόσεων σε κάθε ένα από αυτούς τους τομείς, ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ και ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ να είναι το ζητούμενο από τον κάθε ένα εκπαιδευτικό, εκτός εάν το πρότυπο είναι ο …Superman !

Στόχος της αξιολόγησης των Εκπαιδευτικών (εκτός των γενικών στόχων της προαγωγής του συνολικής Εκπαιδευτικού έργου) πρέπει να είναι η διάγνωση και ο εντοπισμός των πεδίων εκείνων όπου ο Εκπαιδευτικός εμφανίζει ιδιαίτερη έφεση και δεξιότητα, ώστε να τον αξιοποιήσει η Διοίκηση με το βέλτιστο δυνατό τρόπο στις δομές της.

Β.3 «Βαθμολόγηση» με σκοπό την Αξιοποίηση και όχι την Κατάταξη

Ανάλογα με την θέση στην οποία υπηρετεί ο εκπαιδευτικός, οι δεξιότητές του στα ομαδοποιημένα κριτήρια θα έπρεπε να έχουν διαφορετική βαρύτητα:

  • Εκπαιδευτικός της Τάξης: Θα πρέπει να βαρύνουν περισσότερο οι Εκπαιδευτικές, Διδακτικές και Αξιολογικές του δεξιότητες, και λιγότερο οι πρόσθετες Επιστημονικές του αναζητήσεις και έρευνες.
  • Διευθυντικές Θέσεις, στελέχη Διοίκησης: Ο Εκπαιδευτικός που επιθυμεί να ανέλθει στην Διοικητική κλίμακα θα πρέπει να διαθέτει Επιτελικές δεξιότητες οργάνωσης, διοίκησης, διαχείρισης και αξιολόγησης ανθρώπινου δυναμικού, περισσότερο από διδακτική επιδεξιότητα ή εμβάθυνση στο Επιστημονικό του αντικείμενο.
  • Σχολικοί Σύμβουλοι και στελέχη Παιδαγωγικών και Επιστημονικών Ινστιτούτων: Θα πρέπει να διαθέτουν εξίσου καλά Διοικητικά προσόντα, Επιστημονική Κατάρτιση, δεξιότητες διαχείρισης και αξιολόγησης ανθρώπινου δυναμικού.

Με αυτή τη γενική τοποθέτηση, θα πρέπει να εξεταστεί από αρμοδιότερους ημών, εάν στο Π.Δ. περιγράφονται λεπτομερώς όλα τα απαραίτητα κριτήρια, και αν τους δίνεται η πρέπουσα βαρύτητα, ανάλογα με το έργο που επιτελεί ο εκπαιδευτικός από τη θέση που ασκεί τα καθήκοντά του. Ενδεικτικά, όμως, επισημαίνουμε κάποιες περιπτώσεις κραυγαλέων ανακολουθιών, όπως στην περίπτωση των Κριτηρίων V «Επιστημονικής και επαγγελματικής ανάπτυξης» (άρθρο 14, παρ. 5α), όπου, η κατοχή δεύτερου πτυχίου (το οποίο, πλέον της βαρύτητάς του, μπορεί να χρησιμοποιηθεί άμεσα στην εκπαιδευτική διαδικασία με ανάθεση Β΄ ειδικότητας στον εκπαιδευτικό), καθώς και η …έκδοση βιβλίου με …ISDN (!), ισοδυναμεί με την μετεκπαίδευση σε Διδασκαλείο, με την …βεβαίωση σπουδών περί την τέχνη και τον πολιτισμό, και με την παρακολούθηση σεμιναρίων…(!).

Β.4 Σύνδεση της αξιολόγησης με το Βαθμολόγιο-Μισθολόγιο Ν. 4024/2011

Οι εκπαιδευτικοί που χαρακτηρίζονται συνολικά «ελλιπείς» εγγράφονται στον πίνακα των μη προακτέων που προβλέπονται στην παρ 4 του άρθρου 8 του Νόμου 4024/11, και για τα επόμενα δύο χρόνια στερούνται του δικαιώματος για προαγωγή. Ακόμη, σύμφωνα με το Ν.3528/2007 (Δημοσιοϋπαλληλικός κώδικας), στο άρθρο 95 «Παραπομπή μη προακτέου υπαλλήλου», «Υπάλληλος, ο οποίος εγγράφεται σε δύο διαδοχικούς πίνακες μη προακτέων στον ίδιο βαθμό, παραπέμπεται μέσα σε δύο (2) μήνες από την κύρωση του οικείου πίνακα υποχρεωτικώς προς κρίση στο υπηρεσιακό συμβούλιο, το οποίο, με αιτιολογημένη απόφαση του και μετά από προηγούμενη κλήση αυτού για να παράσχει εγγράφως ή προφορικώς τις αναγκαίες διευκρινίσεις, μπορεί να τον απολύσει ή να τον υποβιβάσει κατά έναν βαθμό.…»

Η σύνδεση αυτή, αποδεικνύει περίτρανα ότι η προτεινόμενη αξιολόγηση δεν έχει στόχο την προαγωγή, αναβάθμιση και βελτίωση του Εκπαιδευτικού Έργου, αλλά είναι καθαρά τιμωρητικού χαρακτήρα και οδηγεί μέχρι και στην απόλυση ! Επομένως, δεν ενδιαφέρει τη Διοίκηση η αναβάθμιση της Εκπαίδευσης, αλλά αρκείται στη μισθολογική υποβάθμιση του υπαλλήλου !

Και μόνο για αυτό το λόγο, το εξεταζόμενο σχέδιο Π.Δ. είναι ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΟ, ΨΕΥΔΕΠΙΓΡΑΦΟ και ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΟ !

Κορυφαία αντίφαση αποτελεί και το γεγονός του καθορισμού ανεξάρτητης και αυθαίρετης «ποσόστωσης» προαγωγής των εκπαιδευτικών από τον ένα βαθμό στον άλλο. Δεν αρκεί λοιπόν να είναι κάποιος «επαρκής» για να προαχθεί! Με ποια κριτήρια άραγε επιλέχθηκαν τα «μέγιστα ποσοστά» προαγωγής του Ν. 4024/2011, τα οποία μάλιστα αποτελούν τα «μέγιστα» και υπόκεινται σε ενδεχόμενη μείωση; Για να καταδειχθεί ο πλήρης παραλογισμός του συστήματος, στο ακραίο παράδειγμα που υπάρχουν 100 εκπαιδευτικοί Β΄βαθμού, και αξιολογηθούν όλοι ως «εξαιρετικοί», μόνο οι 30 (το μέγιστο) θα λάβουν τον Α΄βαθμό και υπόλοιποι 70 θα παραμείνουν καθηλωμένοι βαθμολογικά και μισθολογικά. Σε αυτή την περίπτωση πώς θα γινόταν η επιλογή των «τυχερών»; Με λοταρία; Όσο ακραίο και αν φαίνεται το παράδειγμα, αυτό ακριβώς θα γίνει σε μικρότερη κλίμακα, σε κάθε βαθμό, και αποκαλύπτει τους πραγματικούς σκοπούς της προτεινόμενης «αξιολόγησης».

Η δική μας πρόταση κινείται στον αντίποδα:

1.   Ο «ελλιπής» εκπαιδευτικός πρέπει να ΕΠΙΜΟΡΦΩΘΕΙ ΑΜΕΣΑ.

2.   Ο «εξαιρετικός» εκπαιδευτικός πρέπει να ΕΠΙΔΟΤΗΘΕΙ με την ΑΠΟΔΟΣΗ επιπλέον ΚΛΙΜΑΚΙΟΥ και με ηθικές και διοικητικές ανταμοιβές.

3.   Να καταργηθούν οι αυθαίρετες ποσοστώσεις του Ν. 4024/2011 και η σύνδεσή τους με την αξιολόγηση.

Β.5 Αξιολογητές

Ως αξιολογητές του συστήματος ορίζονται:

Β.5.1. Για την περίπτωση των στελεχών οι ΑΝΩΤΕΡΟΙ ΙΕΡΑΡΧΙΚΑ προϊστάμενοί τους.

Το σύστημα είναι απολύτως ΠΥΡΑΜΙΔΙΚΟ και ως κορυφή του ορίζεται ο εκάστοτε Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Παιδείας, ο οποίος είναι πολιτικό πρόσωπο. Είναι ηλίου φαεινότερον, ότι έτσι επιδιώκεται ο πλήρης έλεγχος του συστήματος από την εκάστοτε πολιτική ηγεσία, η οποία θα προωθεί τους «κατάλληλους» Περιφερειακούς Διευθυντές, οι οποίοι με τη σειρά τους θα «ελέγχουν» τους Διευθυντές Εκπαίδευσης, και αυτοί τους Διευθυντές των Σχολείων, οι οποίοι θα «αξιολογούν» τους εκπαιδευτικούς. Προωθείται λοιπόν και επίσημα η απόλυτη δεσποτική ιεραρχία και θεσμοθετείται επισήμως η κρατούσα (αλλά ανομολόγητη ως τώρα) κομματοκρατία, η οποία ενδύεται, για τις ανάγκες της περίστασης, τον μανδύα της «αμερόληπτης» και «επιστημονικής» αξιολόγησης !!

Δεν μιλούμε λοιπόν για αξιολόγηση, αλλά για απόλυτα ελέγξιμη αναπαραγωγή του ίδιου του Συστήματος! Και φυσικά, δεν αναδεικνύεται, ούτε ορίζεται από τους συντάκτες του Π.Δ., η «οριζόντια» και η «εκ των κάτω» αξιολόγηση. Δηλαδή, των προϊσταμένων από τους υφισταμένους. Απλώς  αναφέρεται ως δυνατότητα, αλλά …αλίμονο σε αυτόν που θα την τολμήσει… Ο αξιολογούμενος εκπαιδευτικός, που θα θελήσει να εξασκήσει το δικαίωμά του αυτό, θα υποβάλλει την αξιολόγηση του άμεσα προϊστάμενου αξιολογητή του στον  …ίδιο, «έγγραφα και επώνυμα», και εκείνος «θα την εκτιμήσει και θα την χρησιμοποιήσει κατά την κρίση του…»!! Δηλαδή, αν τολμήσει να είναι αρνητική, μαύρο φίδι που έφαγε τον αξιολογούμενο! Και αντίστροφα, με κατάλληλο «χειρισμό» αυτής της δυνατότητας του αξιολογούμενου, μπορεί ξαφνικά να προκύψει σωρεία ευνοϊκών …«προαιρετικών» αξιολογήσεων από τους υφισταμένους προς τους προϊσταμένους τους!! ΕΛΕΟΣ, πια!

Β.5.2. Για την περίπτωση των εκπαιδευτικών.

Β.5.2.α Για τη Διοικητική τους αξιολόγηση, θα αξιολογούνται από το Διευθυντή του Σχολείου. Αν υπηρετούν σε πολλές σχολικές μονάδες, η βαθμολογία τους θα προκύπτει από το μέσο όρο της βαθμολογίας των δύο ή περισσότερων Διευθυντών. Είναι πραγματικά περίεργο ότι δεν σκέφθηκε κανείς:

  • Η συνέπεια στα «διοικητικά» καθήκοντα του εκπαιδευτικού μένει ανεπηρέαστη από την αλλαγή πολλών εργασιακών περιβαλλόντων; Την ίδια απόδοση θα έχει ένας εκπαιδευτικός που εργάζεται σε ένα μόνο σχολείο με αυτόν που τρέχει για να συμπληρώσει ωράριο σε δύο ή και τρία σχολεία, αλλάζοντας περιβάλλον σε αρκετές περιπτώσεις ακόμη και την ίδια ημέρα;
  • Την ίδια αξία έχει η γνώμη του Διευθυντή που «βλέπει» τον εκπαιδευτικό-«κομήτη» για 2-3 ώρες στο σχολείο του, με αυτή του Διευθυντή που γνωρίζει τη δραστηριότητά του όλο τον υπόλοιπο πλήρη χρόνο;
  • Β.5.2.β Για την Εκπαιδευτική τους αξιολόγηση, θα αξιολογούνται από τους Σχολικούς Συμβούλους στην αρμοδιότητα των οποίων υπάγονται. Εδώ υπάρχουν πάμπολα κενά:
  • Από ποιόν Σχολικό Σύμβουλο; Από αυτόν που έχει την Παιδαγωγική Καθοδήγηση του Σχολείου ή από τον Σχολικό Σύμβουλο του Κλάδου του εκπαιδευτικού;
  • Είναι προφανές ότι ο συντάκτης του Π.Δ. έχει υπόψιν του τη λειτουργία της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, όπου οι δύο αυτοί ρόλοι ταυτίζονται. Εκεί ο Σύμβουλος έχει Γεωγραφική Αρμοδιότητα σε περιορισμένη έκταση σχολείων, την οποία μπορεί να καλύψει άμεσα, έχει ομοιογενές εκπαιδευτικό προσωπικό, με το οποίο έχει άμεση σχέση, και εγκρίνει ακόμη και τα ωρολόγια προγράμματα του σχολείου. Για το λόγο αυτό, το Π.Δ. προβλέπει ότι εάν οι εκπαιδευτικοί υπηρετούν σε πολλές σχολικές μονάδες, θα αξιολογούνται από όλους τους Συμβούλους στην αρμοδιότητα των οποίων υπάγονται, εκλαμβάνοντας ως δεδομένη τη Γεωγραφική αρμοδιότητα.
  • Στην Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση όμως, η κατάσταση είναι εντελώς διαφορετική, ιδιαίτερα μάλιστα στην Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση (Τ.Ε.Ε.) !!
  • Εάν εννοεί ότι αξιολογητής θα είναι ο Σύμβουλος που έχει την Παιδαγωγική Καθοδήγηση του Σχολείου, τότε θα κληθεί να αξιολογήσει το εκπαιδευτικό έργο συναδέλφων των οποίων το ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΑΓΝΟΕΙ ΠΑΝΤΕΛΩΣ!
  • Εάν, πάλι, εννοεί ότι αξιολογητής θα είναι ο Σύμβουλος που έχει την Επιστημονική Καθοδήγηση του Κλάδου (ειδικότητας) του εκπαιδευτικού, τότε θα πρέπει να μας εξηγήσει:

α) Ποιος Σ.Σ. θα αξιολογήσει Κλάδους Εκπαιδευτικών που ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΣΧΟΛΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΟ της ειδικότητάς τους; Ολόκληρος ο κλάδος των ΠΕ18, με 41 (σαράντα μία) ειδικότητες εκπαιδευτικών δεν έχει Σχολικό Σύμβουλο (π.χ. Τουριστικών Επιχειρήσεων, Διοίκησης Επιχειρήσεων, Λογιστικής, Στατιστικής, Οχημάτων Τ.Ε.Ι., Γραφικών Τεχνών, Διακοσμητικής, Συντήρησης Έργων Τέχνης, Φυσιοθεραπείας, Κομμωτικής, Αισθητικής, κ.α.).

β) Όμοια, ποιος Σ.Σ. θα αξιολογήσει τους εκπαιδευτικούς κλάδου ΤΕ01, με 36 (τριάντα έξι) ειδικότητες που ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΣΧΟΛΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΟ; Αυτοί δεν επιτελούν εκπαιδευτικό έργο στα εργαστήρια;

γ) Επίσης, ποιος Σ.Σ. θα αξιολογήσει τον κλάδο ΔΕ01 για τις υπηρεσίες τους ως βοηθητικό, υποστηρικτικό προσωπικό των εργαστηρίων; Αυτοί θα αξιολογηθούν μόνο «Διοικητικά», ως να ήταν υπάλληλοι σε γραφείο;

δ) Πώς θα καλύψουν οι Σ.Σ. Τεχνικών Ειδικοτήτων τις τεράστιες γεωγραφικά περιοχές ευθύνης τους, όταν υπάρχουν Σύμβουλοι με ευθύνη σε 54 Νομούς (δηλαδή σε ΟΛΗ τη ΧΩΡΑ !!) , και είναι ανθρωπίνως αδύνατο να επισκεφθούν όλα τα σχολεία έστω για μία και μόνο φορά κατά τη διάρκεια της θητείας τους;

ε) Πώς θα μεταβούν οι Σ.Σ. Τεχνικών Ειδικοτήτων στα εγκατεσπαρμένα σε κάθε γωνιά της Ελλάδας σχολεία ευθύνης τους, όταν τις τελευταίες χρονιές δεν εγκρίνονται οι μετακινήσεις των Σχολικών Συμβούλων λόγω έλλειψης πιστώσεων.;

Τι πρέπει να καταλογίσουμε πρώτα στον συντάκτη του περίφημου Π.Δ.! Προχειρότητα; Πλήρη Άγνοια; Ένα πράγμα όμως είναι βέβαιο:

Το σχέδιο αυτό για την αξιολόγηση είναι ΠΑΝΤΕΛΩΣ ΑΝΕΦΑΡΜΟΣΤΟ στη Β΄βάθμια Εκπαίδευση, και ΚΥΡΙΟΛΕΚΤΙΚΑ ΕΞΑΜΒΛΩΜΑΤΙΚΟ για την Β΄βάθμια Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση!

Όποιος τολμάει ας το εφαρμόσει! Όλα τα παραπάνω θα τα βρεί μπροστά του και το σύστημα θα καταρρεύσει κάτω από τις ίδιες του τις αστοχίες!

Β.5.3. Γενικές παρατηρήσεις για τον ορισμό των Αξιολογητών

  • Με όλο το σεβασμό στους Θεσμούς και στη διαδικασία επιλογής των Στελεχών της Διοίκησης, θα θέλαμε να υπενθυμίσουμε ότι ο ρόλος του «Αξιολογητή» προϋποθέτει ειδικά προσόντα, σχετική επιμόρφωση και εμπειρία. Οι οριζόμενοι με το Π.Δ. ως αξιολογητές κατέχουν επάξια τις Θέσεις Ευθύνης τους, με βάση τα κριτήρια που ορίζει ο Νόμος. Για να εκτελέσουν όμως έργο Αξιολόγησης, θα πρέπει επιπλέον (σύμφωνα με την παραπάνω Πρόταση της Ομάδας Εργασίας του Υ.ΠΑΙ.Θ.Π.Α.) «…να έχουν επιμορφωθεί από επίσημο φορέα ως αξιολογητές» (βλ. ό.π., σελ 34).
  • Ο Σχολικός Σύμβουλος που αξιολογεί σήμερα έναν εκπαιδευτικό, θα βρεθεί αύριο (κατά τις νέες κρίσεις για τις θέσεις των Σ.Σ.) συνυποψήφιος του …αξιολογημένου από τον ίδιο, εκπαιδευτικού. Δηλαδή, στη διαδικασία επιλογής του δεύτερου, θα ληφθεί υπόψη η αξιολόγηση του πρώτου για τον συνυποψήφιό του! Το θέμα αυτό θα πρέπει να εξετασθεί πολύ σοβαρά από πλευράς δεοντολογίας…
  • Η αξιολόγηση από ένα μόνο άτομο, σε κάθε τύπου αξιολόγηση (Διοικητική, Εκπαιδευτική) ενέχει σοβαρούς κινδύνους για λάθη, αβλεψίες ή παραλείψεις. Θα πρέπει να εξεταστεί η συμπληρωματική συμβολή άλλων πηγών πληροφόρησης, «οριζοντίως» ή και «από κάτω». Ενδεικτικά αναφέρεται ο Σύλλογος Διδασκόντων, η γνώμη του οποίου θα μπορούσε πιθανώς να συμβάλλει στην ολοκληρωμένη εικόνα της «αποδοχής» του εκπαιδευτικού από την εκπαιδευτική κοινότητα, και θα άμβλυνε την «υπεραρμοδιότητα» της Διοίκησης.

Β.5.4. Γενικές παρατηρήσεις για τον οριζόντιο χαρακτήρα της αξιολόγησης

Εφόσον η αξιολόγηση συνεπάγεται οποιουδήποτε είδους σύγκριση μεταξύ των αξιολογουμένων, θα έπρεπε να διασφαλίζονται ίσες ευκαιρίες για όλους. Το εκπαιδευτικό έργο που παράγεται σήμερα στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται από κάποιες «σταθερές» (όπως το ενιαίο αναλυτικό πρόγραμμα, τα ίδια σχολικά βιβλία, τις ίδιες προτεινόμενες διδακτικές μεθόδους), αλλά τα κατά τόπους σχολεία (και οι μαθητές)χαρακτηρίζονται από τεράστιες ανισότητες και ασυμμετρίες (κοινωνικές, πολιτισμικές, οικονομικές, μορφωτικές, γεωγραφικές). Κάθε σχολείο έχει ιδιαιτερότητες που επηρεάζονται από τη βαθμίδα στην οποία αυτό ανήκει (προσχολική, πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια, ειδική αγωγή, τεχνική-επαγγελματική εκπαίδευση), την τοπική κοινωνία, τη σύνθεση του μαθητικού πληθυσμού, το ανθρώπινο δυναμικό, τις υποδομές και τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους οι εκπαιδευτικοί (βλ. Πρόταση της Ομάδας Εργασίας του Υ.ΠΑΙ.Θ.Π.Α., σελ 15).

Ανεξάρτητα λοιπόν από την αναγκαιότητα αυτοτελούς αξιολόγησης των δομών, όπου όλα αυτά θα αναδειχθούν, η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις ιδιαίτερες συνθήκες που αντιμετωπίζει κάθε εκπαιδευτικός στο σχολείο που υπηρετεί, και τίποτε σχετικό δεν προβλέπεται στο σχέδιο του Π.Δ.! Επομένως, τα αποτελέσματα της «βαθμολογίας» των αξιολογουμένων δεν είναι συγκρίσιμα, και για τον επιπλέον αυτό λόγο, δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την αμερόληπτη κατάταξή τους σε ενιαίο πίνακα με τους συναδέλφους τους, καθώς δεν τηρείται η στοιχειώδης αρχή των ίσων ευκαιριών!

 

Γ. Επί της Διαδικασίας

Η αποτελεσματική εφαρμογή του θεσμού της αξιολόγησης «…προϋποθέτει τη διαβούλευση της πρότασης αυτής με την εκπαιδευτική κοινότητα και εξαρτάται από τη συναίνεση και την ανάπτυξη εμπιστοσύνης μεταξύ εκπαιδευτικών και πολιτείας…» (βλ. Πρόταση της Ομάδας Εργασίας του Υ.ΠΑΙ.Θ.Π.Α., σελ 15). Αντί αυτού, το Υπουργείο επέλεξε να αποτανθεί σε «Επιτροπή Σοφών», οι οποίοι συνέταξαν το σχέδιο Π.Δ. ερήμην της Εκπαιδευτικής Κοινότητας, και δόθηκε χρόνος διαβούλευσης μόλις μια (1) εβδομάδα, για μια τέτοια ιστορικής σημασίας καινοτομία στο χώρο της Παιδείας. Είναι προφανές ότι δεν ήταν επιθυμητός ο διάλογος! Δεδομένου, όμως ότι (βλ. Πρόταση της Ομάδας Εργασίας του Υ.ΠΑΙ.Θ.Π.Α., σελ 11):

  • Η αξιολόγηση συνολικά του εκπαιδευτικού έργου (και των εκπαιδευτικών) είναι πρωτόγνωρο ως σύστημα στην Ελληνική πραγματικότητα.
  • Δεν υπάρχει κουλτούρα αξιολόγησης στα ελληνικά σχολεία.
  • Δεν υπάρχει εμπειρία ή επιμόρφωση σε θέματα αξιολόγησης εκπαιδευτικών και σχολικών μονάδων.
  • Δεν υπάρχει η αναγκαία προετοιμασία και η κατάλληλη υποστήριξη του συστήματος για να υποδεχτεί την αξιολόγηση σε επίπεδο δομών, στελεχών και διαδικασιών.

Θεωρούμε ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΗ και εκβιαστική τη διαδικασία που χρησιμοποιήθηκε, και επειδή στην προκειμένη περίπτωση, η διαδικασία είναι τόσο ουσιώδης όσο και το περιεχόμενο, η μεθόδευση που ακολουθήθηκε αποτελεί για την Ομοσπονδία μας ακόμη ένα λόγο για την απόρριψη του σχεδίου Π.Δ.

 

Όλα τα παραπάνω αποδεικνύουν με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο ότι η συγκεκριμένη πρόταση, όχι μόνο δεν πληροί τις στοιχειωδώς απαραίτητες προϋποθέσεις εφαρμογής της, αλλά και δεν έχει καμία απολύτως πιθανότητα επιτυχίας γιατί θα καταρρεύσει κάτω από το βάρος της ολοκληρωτικής αστοχίας της. Επομένως, και

επειδή

η προτεινόμενη «αξιολόγηση»:

1)    Είναι αποσπασματική, δεν εντάσσεται σε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο αξιολόγησης του Εκπαιδευτικού Έργου στο σύνολό του, αλλά εστιάζεται επιλεκτικά στον εκπαιδευτικό, τον πιο αδύναμο κρίκο της εκπαιδευτικής διαδικασίας.

2)    Δεν έχει «διαπιστωτικό, διαμορφωτικό, παιδαγωγικό, ανατροφοδοτικό, αναπτυξιακό και βελτιωτικό» χαρακτήρα για το Εκπαιδευτικό Έργο, αλλά είναι «ελεγκτική» και στοχεύει στην κατασκευή «ενόχων» και στην «τιμωρία» τους.

3)    Προωθεί την απόλυτη χειραγώγηση του εκπαιδευτικού λειτουργού από τη Διοίκηση, ενδεδυμένη μανδύα δήθεν «επιστημονικών» κριτηρίων και «αδιάβλητων» διαδικασιών, είναι απολύτως επικίνδυνη για τη Δημοκρατική Λειτουργία των σχολείων ως εργασιακών χώρων (για τους εκπαιδευτικούς) και χώρων προαγωγής της Παιδείας (για μαθητές και εκπαιδευτικούς), και πισωγυρίζει την Εκπαίδευση σε αλήστου μνήμης εποχές του παρελθόντος.

4)    Περιέχει ουσιώδη λάθη και θεμελιώδεις παραλείψεις ως προς τα Κριτήρια, τις Διαδικασίες και τους Αξιολογητές.

5)    Αγνοεί πλήρως τη λειτουργία των σχολείων της Β΄βάθμιας Εκπαίδευσης και μάλιστα τις ιδιαιτερότητες της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης.

6)    Συνδέεται ευθέως με την βαθμολογική και μισθολογική εξέλιξη του εκπαιδευτικού του Ν. 4024/2011, και μόνο με αυτή, έχοντας σκοπό να υπηρετήσει καθαρά λογιστικές πολιτικές Μνημονιακής έμπνευσης.

7)    Δεν τηρείται η αρχή των ίσων ευκαιριών για τους αξιολογούμενους.

8)    Η εκβιαστική και αντιδημοκρατική διαδικασία που ακολουθήθηκε έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τον ουσιώδη όρο της αξιολόγησης ως «εκπαιδευτικού συμβολαίου», που είναι η συναίνεση των «συμβαλλομένων μερών», Πολιτείας και Εκπαιδευτικών.

9)    Είναι καταδικασμένη να αποτύχει υπό το βάρος των κραυγαλέων λαθών και των εξαμβλωματικών παραδοχών της.

 

Απορρίπτουμε

Το προτεινόμενο σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος στο σύνολό του και

 

Ζητούμε

  1. 1.    Την κατάργηση όλων των σχετικών διατάξεων του Ν. 4024/2011 αναφορικά με την σύνδεση της αξιολόγησης με τη βαθμολογική και μισθολογική εξέλιξη των εκπαιδευτικών.
  2. 2.    Την άμεση σύσταση Ειδικού Συμβουλίου Αξιολόγησης του Εκπαιδευτικού Έργου, με τη συμμετοχή όλων των Φορέων της Εκπαιδευτικής Κοινότητας, που θα διαμορφώσει θέσεις και προτάσεις για την πραγματική βελτίωση του Δημόσιου Σχολείου, για μια ποιοτική Δημόσια Εκπαίδευση.
  3. 3.    Επείγουσα συνάντηση με την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας για να εκθέσουμε αναλυτικά και δια ζώσης τις θέσεις μας.

Για το Διοικητικό Συμβούλιο της Ο.Λ.Τ.Ε.Ε.

ο Πρόεδρος Σεραφείμ Κερασιώτης

ο Γενικός Γραμματέας Σταμάτιος Σταματιάδης

Από admin-02